Bestride - ορισμός. Τι είναι το Bestride
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Bestride - ορισμός


bestride      
¦ verb (past bestrode; past participle bestridden) span or straddle.
Origin
OE bestridan (see be-, stride).
bestride      
v. a.
1.
Straddle, stride over.
2.
Ride astraddle upon.
3.
Bespan, arch over.
4.
Overrule, rule over, dominate, overmaster, control, weigh upon, overawe.
bestride      
(bestrides, bestriding, bestrode, bestridden)
To bestride something means to be the most powerful and important person or thing in it. (LITERARY)
America's media companies bestride the globe.
VERB: V n
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Bestride
1. Typically English men and women – dumpy, sweating, middle–aged – bestride a typically English scene.
2. Tamburlaine and Doctor Faustus bestride our heritage÷ would young Will have writ so well were not Kit at his heels?
3. At the river‘s edge rises an enormous block of red brick topped by a monstrous square tower which seems to bestride the picturesque roofs and timbered houses of Shakespeare‘s town like a brutal modern Colossus.
4. His exit from high office, also over Iraq, saw him bitterly oppose the government‘s decision to take the country to war against Saddam Hussain in the Commons, again underlining his capacity to bestride the chamber.
5. His exit from high office, also over Iraq – he bitterly opposed the Labour government‘s decision to take the country to war against Saddam Hussein – again underlined his capacity to bestride the chamber.